Η επικονίαση της συκιάς γίνεται από ένα υμενόπτερο έντομο, το "βλαστοφάγο ψήνα" (Blastophaga psenes), που διαχειμάζει μέσα στην ταξιανθία της άγριας συκιάς με τη μορφή προνύμφης. Όταν συμπληρώσει το βιολογικό κύκλο του ο βλαστοφάγος, βγαίνει από τον "αφαλό" της ταξιανθίας και ψάχνει θηλυκά άνθη για να τοποθετήσει τα αβγά του. Βγαίνοντας από τον αφαλό, η γύρη των αρσενικών ανθών κάθεται στο σώμα του και έτσι μεταφέρεται στα θηλυκά άνθη της ήμερης συκιάς.
Το επιστημονικό όνομα της συκιάς είναι φίκος ο καρικός. Κατάγεται από τις χώρες της Α. Μεσογείου, απ' όπου και διαδόθηκε στην Ελλάδα.
Η συκιά μπορεί να ευδοκιμήσει σε ξερά, αμμώδη και πετρώδη εδάφη, αλλά προτιμά και αποδίδει πιο πολύ σε αμμοπηλώδη εδάφη, που αποστραγγίζονται καλά και έχουν οργανική ουσία σε αρκετές ποσότητες.
Η συκιά πολλαπλασιάζεται με σπόρο, με μοσχεύματα, με καταβολάδες, με παραφυάδες και με εμβολιασμό, αλλά ο πιο συνηθισμένος τρόπος πολλαπλασιασμού με μοσχεύματα βλαστών ενός χρόνου.
Θρεπτική αξία
Τρία μέτρια σε μέγεθος σύκα (150 γραμμάρια) έχουν μόνο 110 θερμίδες και αποτελούν μία καλή πηγή φυσικών ινών που κάνουν καλό στην καρδιά, καθώς και σιδήρου, ασβεστίου και καλίου.
Τα σύκα περιέχουν μία από τις υψηλότερες ποσότητες αντιοξειδωτικών πολυφαινόλων που δρουν ως προστασία ενάντια στις ελεύθερες ρίζες, αμβλύνοντας τη διαδικασία της γήρανσης.
Κινέχοι επιστήμονες έδειξαν ότι κάποια από τα αντιοξειδωτικά που βρίσκονται στα σύκα είναι πολύ τοξικά ενάντια σε ορισμένα ανθρώπινα καρκινικά κύταρα (εγκεφάλου και ήπατος), χωρίς να είναι τοξικά ενάντια στα φυσιολογικά κύταρα. Είναι πιθανό τα συστατικά που περιέχονται στα σύκα, να δίνουν εντολή στα καρκινικά κύταρα να αυτοκαταστραφούν, μία διαδικασία που ονομάζεται απόπτωση.
Σύκα και ήπαρ/συκώτι
"Οι λέξεις foie, fegato, higado προέρχονται όλες από τα ελληνικά, μέσω των λατινικών. Η λέξη συκώτι, όμως, από πού προέρχεται; Από το σύκο, είναι η απάντηση, αν και η διαδρομή δεν είναι προφανής. Η συκιά και ο καρπός της, το σύκο, υπάρχουν στην Ελλάδα από πολύ παλιά -μαρτυρούνται και στον 'Ομηρο, αν και η λέξη "σύκο" ίσως να είναι προελληνική. Το σύκο διαδραμάτιζε κεφαλαιώδη ρόλο στο διαιτολόγιο των αρχαίων Ελλήνων, το οποίο με τα σημερινά δεδομένα θα κρινόταν αφάνταστα φτωχό. Το σύκο λοιπόν το εκτιμούσαν ιδιαίτερα και μάλιστα τάιζαν ορισμένα ζώα (ιδίως χήνες και γουρούνια) αποκλειστικά ή σχεδόν με σύκα, ώστε το συκώτι τους να νοστιμίσει. Αυτό το έδεσμα, κάτι ανάλογο με το σημερινό φουά-γκρα, το ονόμαζαν, πολύ λογικά, "συκωτόν ήπαρ". Με τον καιρό, το ουσιαστικό εξέπεσε και παρέμεινε το επίθετο, "συκωτόν", το οποίο έφτασε να χαρακτηρίζει όχι μόνον το ειδικά προετοιμασμένο συκώτι, αλλά το συκώτι γενικά. Αυτό το γλωσσικό φαινόμενο, η έκπτωση δηλαδή του ουσιαστικού, είναι αρκετά συνηθισμένο στα ελληνικά (πρβλ. ποντικός μυς δηλ. το ποντίκι από τον (Εύξεινο) Πόντο, που έγινε ποντικός, νεαρόν ύδωρ, πανικός φόβος). Οι Ρωμαίοι ξεσήκωσαν από τα ελληνικά το συκωτόν ήπαρ, το είπαν iecur fegatum μεταφράζοντας κατά λέξη, και με μια παρόμοια διαδικασία έμεινε το σκέτο fegatum από το οποίο προήλθαν οι λέξεις που είδαμε πιο πάνω."
Πηγή: http://www.sarantakos.com/language/sukwti.html
Σύκο και εκφράσεις
"Στην αρχαία ελληνική, το σύκο ως λέξη παίζει και αυτό σπουδαίο ρόλο. Πολλές παροιμιακές εκφράσεις υπάρχουν, όπως π.χ. "όσο διαφέρει σύκα καρδάμων" (για δυο όλως ανόμοια πράγματα) ή "σύκον χειμώνος αιτώ" για άκαιρες επιθυμίες ή επιχειρήσεις. Επειδή το ξύλο της συκιάς ούτε γερό είναι ούτε καίγεται καλά, βγήκε το επίθετο "σύκινος" που σήμαινε "άχρηστος, ανώφελος".
Πασίγνωστη είναι και η αρχαία έκφραση "ονομάζω τα σύκα σύκα (και τη σκάφη σκάφη)" που πέρασε απαράλλαχτη και στα νεότερα ελληνικά. Η προέλευση της σκάφης αυτής δεν έχει ξεκαθαριστεί, είναι όμως πιθανότατο να οφείλεται σε σεξουαλικό υπονοούμενο. Και βέβαια, το σύκο είχε από την αρχαιότητα και ερωτική σημασία, μια και σήμαινε το γυναικείο γεννητικό όργανο. Από αυτή την τελευταία σημασία ίσως προήλθε και η λέξη "συκοφάντης". Η εκδοχή που ακούγεται συχνότερα, ότι δηλαδή η λέξη προήλθε από αυτούς που κατάγγελλαν τους λαθραίους εξαγωγείς σύκων (πράγμα που, υποτίθεται, απαγορευόταν), όσο και αν είναι ελκυστική, δεν φαίνεται να ευσταθεί, καθώς δεν υπάρχει στα αρχαία κείμενα αναφορά σε τέτοιον αθηναϊκό νόμο. Μάλλον λοιπόν η λέξη προέρχεται (σύκον+φαίνω) από αυτούς που κατάγγελλαν συμπολίτες τους για παράνομες ερωτικές σχέσεις.
Σε άλλες γλώσσες, αντίθετα, η μεταχείριση του σύκου είναι πιο υποτιμητική: non vale un fico secco, δηλαδή δεν αξίζει ένα ξερό σύκο, λένε οι Ιταλοί για κάτι που δεν αξίζει δεκάρα, no dar un higo λένε οι Ισπανοί για κάτι που δεν τους ενδιαφέρει καθόλου, το ανάλογο και οι άγγλοι. Η γαλλική έκφραση mi-figue mi-raisin (μισό σύκο, μισό σταφίδα) δηλώνει κάποιον ή κάτι που δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός, που δεν είναι και τόσο σόι. Πάντως, και η ερωτική έννοια του σύκου διατηρείται: ανάμεσα στα άλλα παραδείγματα, ο οδηγός της εφημερίδας El País για το καλό στυλ (στα ισπανικά), συστήνει στους συντάκτες να αποφεύγουν διάφορες αγγλοσαξωνικές λέξεις, μεταξύ των οποίων και τη λέξη sexy, αντί της οποίας προτείνονται δύο λύσεις: η λέξη erótico και η λέξη sicalíptico. Η πρώτη δεν θέλει εξήγηση βέβαια, η δεύτερη όμως προέρχεται από το γνωστό μας σύκο και από το "άλειψις", δηλαδή χάιδεμα, τρίψιμο, διέγερση σαν να λέμε. Να προσθέσουμε ότι η λέξη δεν μαρτυρείται στα αρχαία ελληνικά: πλάστηκε στα τέλη του περασμένου αιώνα."
Πηγή: http://www.sarantakos.com/language/sukwti.html
Επιπλέον Πληροφορίες: ΣΥΚΙΑ (Ficus carica)