Λίγο μετά το 1930 εμφανίζονται οι επώνυμοι συνθέτες ρεμπέτικων. Και εμφανίζονται ως ιδιοκτήτες των τραγουδιών τους. Έτσι, λοιπόν, φτάνουμε στην εποχή των ποσοστών, καθώς και των εξωφρενικών αμοιβών διαφόρων τραγουδιστών. Γιατί, με το πέρασμα του χρόνου, μπήκανε στο παιχνίδι οι τραγουδιστές και, αργότερα, οι λόγηδες (δηλαδή, οι στιχουργοί). Από το 1935-1936 έως το τέλος του Εμφυλίου παρελαύνει μια λαμπρή πλειάδα λαϊκών συνθετών, που συγχρόνως είναι βιρτουόζοι του μπουζουκιού και ικανότατοι τραγουδιστές. Η περίοδος της 4ης Αυγούστου τελεί κάτω από το πέλμα της Στρατιωτικής Λογοκρισίας και τις εκβιαστικές ίντριγκες των φωνογραφικών εταιρειών, που χορηγούσαν κάτι ψίχουλα στους συνθέτες, μεταξύ των οποίων τα διαβόητα εκτελεστικά. Επί Κατοχής οι λαϊκοί συνθέτες απόχτησαν, εκ νέου, την ελευθερία τους, αφού δεν υπήρχαν μήτε δίσκοι μήτε λογοκρισία των δίσκων. Επί Κατοχής η οικονομική βάση των λαϊκών συνθετών ήτο το πάλκο. Τότε άνθησε το (άνευ δίσκων) ρεμπέτικο, που κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα, όπως ο Σαλταδόρος του Γενίτσαρη, τα χασικλίδικα τραγούδια του Τσιτσάνη και του Καλδάρα κ.ά. Εδώ και πενήντα χρόνια το ρεμπέτικο έσβησε.
http://www.rebetiko.gr/arthra.php?article=259&highlight=